Δεκεμβρίου 2020 - A Stranger's Thoughts

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2020

Το Τούνελ που ήξερε να μιλάει

 

Το Τούνελ που ήξερε να μιλάει
Do you ever get the feeling that you are missing the mark?

Μια φορά και έναν καιρό και δύο στιγμές πιο πέρα, ήταν ένα Τούνελ πολύ πολύ ξεχωριστό. Δεν ήταν μεγάλο, ούτε ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής ή κατασκευαστικής ομορφιάς και χάρης. Γύρω του είχε δέντρα αμέτρητα και θάμνους καταπράσινους μα αυτό όντας από τσιμέντο, ξένο φάνταζε ανάμεσα στης γης τα χώματα και τα χορτάρια. Η αλήθεια όμως ήταν πολύ διαφορετική.

Μικρό όπως ήταν, την μέρα οι ακτίνες του ήλιου έφταναν να ζεσταίνουν το εσωτερικό του και το βράδυ όταν όλα ήταν σκοτεινά το φεγγάρι το γέμιζε με φως. Σαν φυσούσε δε, η δροσιά της φύσης και οι μυρωδιές των λουλουδιών πλημύριζαν τα λίγα μέτρα του, σπιθαμή προς σπιθαμή. Μπορεί ακόμα κάποιος να προσθέσει πως ήταν γενικά ένα ήσυχο πέρασμα για λίγα αμάξια και πολύ λιγότερους πεζούς. Το Τούνελ αυτό όμως ήταν μοναδικό γιατί ήξερε να μιλάει!

Συνήθιζε να μιλάει κυρίως στα παιδιά χωρίς όμως να ξεχωρίζει τους μεγαλύτερους σε ηλικία. Ίσως αυτό συνέβαινε διότι τα παιδιά ήταν τα ίδια πιο ανοιχτά και πρόθημα στο να συνομιλήσουν μαζί του παρά οι μεγαλύτεροι.  Ήταν όμως ντροπαλό και δεν άνοιγε την κουβέντα ποτέ πρώτο εκείνο αλλά περίμενε πάντα τους άλλους να μιλήσουν και μετά να απαντήσει.

Αν πάλι πέρναγε κάποιο αμάξι ή μηχανή κάνοντας φασαρία, γκρίνιαζε γιατί του χαλούσαν την ησυχία. Αν όμως περιδιαβαίνανε παρέες με γέλια και φωνές χαράς διασκέδαζε μαζί τους και με τις δικές του φωνές μπορούσε να τρομάξει όλα τα πουλιά στα δέντρα γύρω του και αυτά με τη δική τους σειρά κελαηδούσαν δυνατά, δημιουργώντας μια πανδαισία ήχων.

Τα πρώτα χρόνια ήταν πάντα πολύ ενεργό στις συζητήσεις και πρόθυμο να ακούσει όλους τους άλλους. Ήταν καλός ακροατής και ενθάρρυνε όλο τον κόσμο να μιλάει και να λέει τις σκέψεις του και πολύ περισσότερο τα σχέδια και τα όνειρά τους. Επίσης ήξερε πως καμία φορά, όσο παράξενο και αν φαίνεται, το μόνο που χρειαζόντουσαν οι συνομιλητές του ήταν απλώς να φωνάξουν και να βγάλουν από μέσα τους μια μόνο κραυγή που θα τους απελευθέρωνε από τις αναστολές τους και θα τους έδινε ώθηση να συνεχίσουν να μιλάνε και να κυνηγούν τα όνειρά τους.

Καθώς τσουλούσε όμως ο καιρός, όσοι στο διάβα τους το έβρισκαν, όλο και λιγότερο του μιλούσαν, άλλοτε όντας βιαστικοί και άλλοτε στις σκέψεις τους πνιγμένοι και βουβοί. Μέρα με την μέρα, μικροί και μεγάλοι, σταμάτησαν να επικοινωνούν με το Τούνελ και όταν πια κανένας περαστικός μαζί του δε μιλούσε θαρρείς πως μαζί σταμάτησαν ο ήλιος τα πρωινά να το ζεσταίνει και το φεγγάρι τα βράδια να το φωτίζει. Γκρίζο και σιωπηλό έστεκε μονάχο μεταξύ των δέντρων και τα πουλιά έπαψαν και αυτά φωλιές να φτιάχνουν στον ουρανό του. Το μόνο που ακουγόταν πλέον ήταν ο κρύος αέρας που σφύριζε στα μέσα του, στιφός σαν το γευόσουν, αποπνικτικός σαν τον μύριζες.

Τα χρόνια λοιπόν περνούσαν και το Τούνελ έστεκε τώρα αμίλητο, αφουγκραζόταν μονάχα την εκκωφαντική σιωπή των ανθρώπων, όχι αυτήν που τα χείλη κρατούσαν σφιχτά μα τη σιωπή των σκέψεων, την απώλεια ονείρων, το διάβα από το σήμερα στο αύριο χωρίς κουράγιο, χωρίς αισιοδοξία.    

Μια τυχαία μέρα, μπόρα έπιασε τρομερή και δυο πιτσιρικάδες με τα ποδήλατά τους καταφύγιο βρήκαν στο Τούνελ από κάτω, μέχρι η βροχή να σταματήσει.

 

-       Ξέρεις, ο ένας είπε στον άλλο, το Τούνελ αυτό κάποτε ήξερε να μιλάει.

-       Μην είσαι κουτός, ο άλλος αποκρίθηκε.

-       Αλήθεια σου λέω, υπάρχουν ιστορίες πολλές που αυτό μαρτυράνε.

-       Μα δεν γίνεται, τα τούνελ δε μιλάνε.

-       Κάτσε να δεις και θα στο αποδείξω. 

Βάζει λοιπόν χωρίς δεύτερη σκέψη μια φωνή και με όλη του τη δύναμη ξεστομίζει «Μ’ ακούς;». Ξάφνου ακούστηκε το Τούνελ να λέει και αυτό «Μ’ ακούς;»

-      Είδες; Απάντησε.

-      Μα είσαι πραγματικά ανόητος. Αυτό δεν ήταν το Τούνελ που μιλούσε, ήταν απλά ο αντίλαλός της φωνής σου.

-      Θέλω να γίνω αστροναύτης φώναξε ξανά ο άλλος χωρίς να χάνει την αισιοδοξία του και το Τούνελ ακούστηκε να λέει και αυτό, θέλω να γίνω αστροναύτης.

-      Μα γιατί επιμένεις;

-      Θέλω να ταξιδέψω σε όλο τον κόσμο φώναξε αυτή τη φορά… θέλω να ταξιδέψω σε όλο τον κόσμο.

-      Άμα συνεχίσεις μέσα στη βροχή θα φύγω και μόνο θα σε αφήσω, τι δεν καταλαβαίνεις; Αντίλαλος είναι.

-      Μήπως χάνεις το νόημα;

-      Τι εννοείς;

-     Άκου, δεν είναι αντίλαλος. Το Τούνελ μιλάει και επαναλαμβάνει τις δικές μας κουβέντες. Τις επαναλαμβάνει και κύματα τις κάνει στον αέρα, κάθε φορά που εδώ θα επιστρέφουμε ξανά να τις ακούμε, να μη ξεχάσουμε ποτέ αυτά που ονειρευτήκαμε να γίνουμε, αυτά που σαν παιδιά φωνάζουμε πως θέλουμε να ζήσουμε. Είναι όλα όσα θέλουμε να βρούμε στην άλλη άκρη όταν φτάσουμε.

Όταν η βροχή πια σταμάτησε οι πιτσιρικάδες έφυγαν τρεχάλα στα ποδήλατά τους επάνω. Το βραδινό φως του φεγγαριού πέφτοντας στις στάλες της βροχής που είχανε σωθεί στις άκρες του Τούνελ, χάρισε ξανά τη χαμένη του ζωντάνια. Από την επόμενη κιόλας μέρα ξεκίνησε και πάλι να μιλάει και έζησε αυτό καλά, εμείς καλύτερα για δύο στιγμές και τρία όνειρα θα κάνουμε να πάμε παραπέρα.


Photo credits: Γρηγόρης Ξένος - Greg Xenos

Graffiti artist: Unknown 


Δημοφιλή

Μια σκέψη έντονη...

Συγνώμη και Ευχαριστώ!

Νομοτελειακά όσο μεγαλώνεις δυσκολεύεσαι να αλλάξεις νοοτροπία στο πως αντιμετωπίζεις μικρές και μεγάλες καταστάσεις στη ζωή. ...