2018 - A Stranger's Thoughts

Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018

Ένα καλοκαίρι με τον Καμύ - Μέρος 1ο


A summer along with Camus


"Έκλεισα τα παράθυρα και, γυρίζοντας στο δωμάτιο, είδα στον καθρέφτη μια άκρη του τραπεζιού όπου η λάμπα οινοπνεύματος γειτόνευε με κομμάτια ψωμιού. Σκέφτηκα πως άλλη μια Κυριακή πέρασε, πως τώρα η μαμά ήταν στον τάφο της, πως θα ξανάρχιζα τη δουλειά μου και πως τελικά δεν είχε αλλάξει τίποτα."

Αλμπέρ Καμύ - Ο Ξένος

Τα συναισθήματα που γεννά ο θάνατος, κάποια στιγμή, τα βιώνουμε όλοι μας. Αν δεν είναι κάποιος φυσικός θάνατος η αιτία, μπορεί να είναι μιαν απώλεια διαφορετική, ίσως και καθημερινή. Λόγου χάρη, μπορεί να είναι μια κακή μέρα στη δουλειά, μιαν άδικη συμπεριφορά στο λεωφορείο, ένας τσακωμός ή ένα χωρισμός.  Έτσι, αυτό που χάνουμε, έστω και προσωρινά, μπορεί να είναι η διάθεση μας, το αίσθημα δικαίου, την εκτίμησή μας για ένα άλλο πρόσωπο ή το ίδιο το πρόσωπο.

Οφείλουμε να επισημάνουμε πως, η απώλεια του καθενός και πως την αντιμετωπίζει είναι κάτι πολύ προσωπικό. Είναι άδικο να τσουβαλιάζουμε όλους τους "θανάτους" που ζούμε και να βάζουμε στο ζύγι το πότε κλάψαμε περισσότερο και γιατί. Στην τελική άλλος στο θάνατο γελά και άλλος κλαίει.

Από την άλλη, για τον καθένα μας έχει υπάρξει η στιγμή, που για κάποιο λόγο, έκλεισε τα πατζούρια και έμεινε συντροφιά με τη θλίψη του. Και πίσω από τα κλειστά παράθυρα, μια εικόνα θεατρική, μέσω της οποίας, όλοι μας ασυνείδητα ταυτιζόμαστε με τον ήρωα του Ξένου. Ένας καθρέφτης που αρνούμαστε πεισματικά να κοιτάξουμε, φοβούμενοι μήπως φτάσουμε βαθιά μέσα μας και αντικρίσουμε κάτι αποκρουστικό ή μιαν ενοχή πνικτική, για αυτά που δεν νιώθουμε. Ένα τραπέζι Κυριακάτικο, σύμβολο οικογενειακής γαλήνης, θλιβερό και αυτό όταν μένει αδειανό. Ψίχουλα μονάχα το στολίζουν ή λίγη ζάχαρη ή λίγος καφές , ψήγματα αναμνήσεων. Και μια λάμπα ή ένα κερί με φως τρεμάμενο που ταλαντεύεται στο παραμικρό αεράκι, όπως ταλαντεύονται οι σκέψεις μας στο παραμικρό συναίσθημα.  

Η ιστορία του Ξένου δεν έχει να κάνει με το θάνατο και την απώλεια. Όπως ο ίδιος ο Καμύ εξηγεί, "Είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που δέχεται να πεθαίνει για την αλήθεια". Ένας αντιήρωας που μέχρι την τελευταία του στιγμή, ζει απαλλαγμένος από τα συναισθηματικά δεσμά του.

Αναζητώντας την δικής μας καθημερινή αλήθεια, είναι όντως τόσο εύκολο, απλώς να ξυπνήσουμε την επόμενη μιας απώλειας και να συνεχίσουμε να ζούμε όπως και πριν; Ή μήπως είναι το ιερό καθήκον μας προς τη ζωή και το συνάνθρωπό μας, να βρίσουμε τη δύναμη να προχωράμε; Ή μήπως, σε μια καθημερινότητα που δεν άλλαζε, ήμασταν τελικά οι ίδιοι νεκροί; Είχαμε απολέσει δηλαδή το δικαίωμα να ζούμε, βυθισμένοι στην επανάληψη και την ρουτίνα, άρα η ζωή και μετά την απώλεια, συνεχίζει όντως, να μην αλλάζει.

Πάντα θα υπάρχει λοιπόν ένα κίνητρο ή μια συνθήκη, που θα μας ωθεί ή θα μας αναγκάζει, να σηκωθούμε από το κρεβάτι, να πλυθούμε, να βάλουμε ρούχα καθαρά και να βγούμε έξω. Ακόμα όμως και αν καταφέρουμε να απαλλαγούμε από οποιαδήποτε συναισθηματικό βαρίδι, η απώλεια, το σίγουρο είναι πως, δε ξεχνιέται.

Μπορεί να την αντιμετωπίζουμε όσο ψυχρά θέλουμε αλλά σα γεγονός δε σβήνεται. Στις πιο απρόβλεπτες στιγμές, σε κάποια νέα εμπειρία ή σε κάποιο αντικείμενο από το παρελθόν θα έρχεται στο νου.

Και αφού θα είναι πάντα εκεί, ίσως θα έπρεπε, είτε από σεβασμό για αυτόν που έφυγε και για ό,τι ζήσαμε μαζί, είτε από την εμπειρία και τη σοφία που αποκτήσαμε από αυτά που χάσαμε, ίσως θα έπρεπε λοιπόν, όσο δύσκολο και αν είναι, να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε εμείς. Ίσως τότε τελικά, κάτι άλλαζε και στη ζωή μας.    

Δευτέρα 27 Αυγούστου 2018

Μαύρη Δευτέρα


Black Monday


Όλοι οι άνθρωποι έχουν μια ιστορία να σου πουν αρκεί να είσαι διατεθειμένος να την ακούσεις. Κάτι παρόμοιο ισχύει και για τις συμβουλές. Όλοι έχουν να σου δώσουν από μια. Η διαφορά προκύπτει από το ότι, τη συμβουλή συνήθως, την ακούς θες δε θες. Η ιδιαιτερότητα από την άλλη έγκειται, όχι στο αν θα τις ακούσεις αλλά στο αν τελικά θα τις ακολουθήσεις.

Μικροί δυσκολευόμαστε να ακολουθήσουμε ακόμα και τις πιο απλές οδηγίες, κυρίως των γονιών και ακολούθως όλων των υπολοίπων σοφών που συναντούσαμε στο διάβα μας. Μεγαλώνοντας συνειδητοποιούμε πως είναι πιο δύσκολο να ακολουθήσουμε τις συμβουλές που εμείς οι ίδιοι δίνουμε στους άλλους.  

Υπάρχουν όμως και αυτές οι συμβουλές που, και τις ακούσαμε οικειοθελώς, και τις έχουμε εφαρμόσει πολλάκις, και τις μεταλαμπαδεύσαμε με την ίδια θέρμη που είχαν μεταφερθεί σε εμάς. Έτσι και εγώ έχω έναν μπάρμπα που πάντα μου έλεγε.

«Κοίτα να δεις. Όταν λόγου χάρη, δίνεις εξετάσεις, συμμετέχεις σε κάποια δύσκολη συνάντηση ή εν πάση περιπτώσει βρίσκεσαι σε κατάσταση άγχους, να κλείνεις τα μάτια και να σκέφτεσαι πως είσαι σε κάποια μακρινή, ερημική παραλία με καταγάλανα νερά. Αφού κάνεις τη “βουτιά” σου, μετά από λίγο άνοιξε τα μάτια σου και να είσαι σίγουρος ότι θα αντιμετωπίσεις καλύτερα την κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι.»

Ήταν όντως μια από τις συμβουλές που με ευλάβεια ακολουθούσα σχεδόν σε όλη μου τη ζωή. Υπήρξαν πολλές φορές που βυθίστηκα στα λόγια του και σε τόπους μακρινούς καταφέρνοντας να προσπεράσω μικρούς και μεγάλους καθημερινούς σκοπέλους. Μπορώ να θυμηθώ επίσης και μερικές περιπτώσεις που με ύφος σοφού, όπως εκείνων που κορόιδευα, έδωσα αυτή τη συμβουλή σε νεότερους από εμένα.

Ερχόμαστε όμως στο τώρα. Στον σκόπελο που λέγεται Δευτέρα μετά τις διακοπές. Όλου του κόσμους τις Κυριακές, τις συννεφιασμένες, τις έχουν χιλιοτραγουδισμένες, αλλά για αυτή τη μαύρη την καταραμένη τη Δευτέρα τσιμουδιά, κιχ.

Και ναι, της Δευτέρα αυτής, που ξυπνάς κάτω από το ταβάνι του δωματίου σου και όχι κάτω από κάποιο αλμυρίκι, ανεξαρτήτως αν έχεις κάποια δουλειά να κάνεις ή όχι, αξίζει να της αφιερωθεί ένα τραγούδι. Αυτή τη Δευτέρα, ο νόστος, δεν είναι γλυκός. 

Αξίζει επίσης κάποιος να σου δώσει και καμία καλή συμβουλή για το πώς θα την περάσεις. Συμβουλές για τους πόνους καρδιάς και σώματος έχουμε ακούσει όλοι μας τόσες τουλάχιστον όσες και οι μέρες που ζούμε. Προτάσεις για επαγγελματική εξέλιξη επίσης. Οπωσδήποτε έχουμε λάβει συμβουλές για τα παιδιά, για το σκύλο, τη γάτα, τα νύχια, τα ρούχα, το αλάτι στο φαγητό, το κακό το μάτι και ότι χωράει ο νους ενός μη φυσιολογικού ανθρώπου. Αδιανόητο πόσες λάθος προτάσεις έχουμε ακούσει για να πάρουμε, αν μπορέσουμε κάποια στιγμή, έστω και μια σωστή απόφαση.

Τι μπορείς όμως να κάνεις για να περάσει αναίμακτα αυτή η Δευτέρα; Ποτά, φλερτ και περατζάδες αποκλείονται εν τη γενέσει οποιασδήποτε τέτοιας σκέψης. Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα κάνουν μεγαλύτερο το αίσθημα έλλειψης αυτών που έζησες τις περασμένες βδομάδες, παρά θα το απαλύνουν. Και άντε πες πως έφτασες στο βράδυ, αυτό φεύγει εύκολα. Για πες μου, η μέρα πως περνάει; Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω συμβουλή να δώσω αλλά ευτυχώς έχω ένα χρόνο περίπου για να βρω μια. 

Το μόνο που μπορώ να καταθέσω ως ημίμετρο, είναι πως, η μόνη στιγμή που κατάφερα να ξεφύγω
από τη σκληρή επάνοδο στην καθημερινότητα, ήταν όταν η λίγη άμμος που είχε απομείνει στα παπούτσια μου έγινε αισθητή. Όσο και αν προσπάθησα να φανταστώ παραλίες και γαλανά νερά, ότι πιο κοντινό σε διακοπές ήταν αυτοί οι κόκκοι.

Οπότε απλά, μην τινάζετε παπούτσια και σανδάλια!  

Τρίτη 7 Αυγούστου 2018

Για τις παλιές αγάπες να μιλάς.


For loves passed do talk


Το παραδέχομαι πως τα εφηβικά μου χρόνια πέρασαν λιώνοντας σε επανάληψη κασέτες με κομμάτια των Πυξ-Λαξ, τραγουδώντας για ανεκπλήρωτους έρωτες και εξυμνώντας αγάπες δυνατές.

Πέρασαν τα χρόνια, πέρασαν και μερικές «τελευταίες» επανενώσεις της αγαπημένης μας μπάντας και όπως με πολλά άλλα πράγματα στη ζωή, έρχεται η στιγμή που επαναπροσδιορίζεις και τα ακούσματά σου. Εάν όμως τύχει μετά από καιρό, να ακούσεις στο ράδιο κάποιο από εκείνα τα τραγούδια, με νοσταλγική διάθεση θα το σιγοτραγουδήσεις. Σαν τελειώσει το κομμάτι, καταλαβαίνεις ότι πλέον, είναι μάλλον δύσκολο να ταυτιστείς με αυτό που λένε οι στίχοι του. Κάπως έτσι έπιασα τον εαυτό μου προχθές να μουρμουρίζει «Για τις παλιές αγάπες μη μιλάς, στα πιο μεγάλα θέλω κάνουν πίσω…».

Παλιές αγάπες, χωρισμοί, μικροί συναισθηματικοί θάνατοι.

Όταν χωρίζουμε, διάφορα αντικείμενα μένουν παρακαταθήκη, να μας θυμίζουν τις στιγμές που μοιραστήκαμε με ανθρώπους που ζήσαμε μαζί. Κάρτες, δώρα, μπλούζες, ένα σορό υλικά ερεθίσματα να μας γυρίζουν πίσω.

Προσωπικά η δικιά μου ζωή έχει γεμίσει από οδοντόβουρτσες παρατημένες και άδεια τάπερ. Και εντάξει, τις οδοντόβουρτσες τις πέταξα αλλά τα τάπερ πάντα κάπου χρησιμεύουν.

Βάζοντας ότι απέμεινε σε κούτες, με απελπισία ψάχνουμε πολλές φορές να βρούμε το γιατί, βλακωδώς αναζητούμε τι έφταιξε και τι πήγε στραβά. Τις απαντήσεις συνήθως τις βρίσκουμε όταν τελικά σταματήσουμε να βλέπουμε μόνο τα θέλω μας και επιτέλους σκουπίσουμε την εγωιστική μύξα που κρέμεται από τη μύτη όταν τα κλάματα βάζουμε.

Στιγμές άσχημες, λάθη, τσακωμοί και γκρίνιες, όλα στο πρόγραμμα είναι όταν δυο άνθρωποι μοιράζονται το ίδιο κρεβάτι. Δεν είναι όμως αυτές οι αιτίες για έναν χωρισμό ή τουλάχιστον δεν είναι τόσο σημαντικές αν δυο άνθρωποι αγαπιούνται.

Τα δικά μας μεγάλα θέλω δεν είναι υποχρεωτικό να ταυτίζονται με τα θέλω του άλλου. Αρκετά απλό σα σκέψη και σίγουρα ανακουφιστικό αν αποδεχτούμε ότι κάποια πράγματα απλώς δεν τσουλάνε, απλώς δε βγαίνουν. Δεν είναι ότι έπαψε η αγάπη να μυρίζει, είναι που κάποιος προτιμά να διαλέξει άλλο μονοπάτι γιατί αυτό θέλει, ξεκάθαρο και τίμιο.

Φαντάζει δε, πολύ πιο εγωιστικό να μη μιλάμε για τις παλιές αγάπες. Να «προστατεύσουμε» τον εαυτό μας από τι; Να μην πληγωνόμαστε από ανθρώπους που αγαπήσαμε και ούτως ή άλλως δε βρίσκονται στην καθημερινότητά μας; Μικρό και χαζό, τουλάχιστον.

Σίγουρα πληγωνόμαστε καμία φορά, όταν τα όνειρα που κάναμε μαζί τους, καταλήγουν να έχουν άλλον πρωταγωνιστή αλλά έτσι είναι η ζωή, αλλιώς τα φανταζόμαστε και αλλιώς τα φέρνει. Πόσο όμως πραγματικά αγαπήσαμε τις παλιές μας αγάπες όταν τη δική τους χαρά δεν τη νοιώθουμε πια και δική μας;

Οι λέξεις αυτές δεν αποτελούν τοτέμ αλτρουισμού ή ανωτερότητας. Είναι μονάχα η αποδοχή, πως για τους ανθρώπους που νοιάστηκες πραγματικά, είναι υγιές να σκέφτεσαι που και που, τι κάνουν και πως είναι. Να τους θυμάσαι ακούγοντας ένα τραγούδι και να εύχεσαι να είναι χαρούμενοι και ευτυχισμένοι, όποιο δρόμο και εάν επέλεξαν στη δική τους ζωή.

Και αν είναι να έρθουν και άλλες αγάπες, δεν πειράζει να μην είναι δυνατές και έντονες, μικρές ή μεγάλες, ας είναι απλώς ειλικρινείς. Πάντα για εκείνες να μιλώ αν κάποτε τελειώσουν και να έχω μια αγκαλιά σφιχτή, σωσμένη, για να δώσω.

Σάββατο 14 Ιουλίου 2018

Ο Λόρδος Πάτρικ!


Lord Patrick


Στου Λόρδου Πάτρικ την οικία την μακρινή   
Ιτιές γεμάτη, λες και λούζονταν με πράσινη βροχή
Όλη η φαμίλια ξαναπήγε στις γιορτές
Για να τηρήσει μια παράδοση παλιά
Και να ορίσει ο Γέρο Πάτρικ επιτέλους διαδοχή

Μα όταν πια πέρασε η νύχτα η γιορτινή  
Στον κήπο βρήκανε τον άμοιρο, να κάθεται βουβός
Κι όλοι κατάλαβαν χωρίς πολλές ματιές
Και από τον σπάρο που καθόταν στα μαλλιά
Πως δεν εσάλευε και πως απ’ ώρα ήτανε νεκρός  

Φόνος να έγινε ή μήπως θάνατος από αίτια φυσικά
Ό,τι και αν ήτανε
Του Γέρο Πάτρικ τα κρυμμένα μυστικά
Πως θα τα μάθουμε μήπως και βγάλουμε κανέναν παρά
Αναρωτήθηκαν τα δέκα εγγόνια και τα τρία του παιδιά

Η μέρα τέλειωνε μαζί και η υπομονή
Τον Μαρκ τον πόλιτσμαν φωνάξανε να έρθει να τους βρει
Φορούσε μπότες όλο τρύπες και παλιές
Και ένα παλτό με μια ανυπόφορη βρωμιά
Μ' αυτό που αντίκρισε ορκίστηκε, δεν το ’χε ξαναδεί

Φόνος να έγινε ή μήπως θάνατος από αίτια φυσικά
Ό,τι και αν ήτανε
Του Γέρο Πάτρικ τα κρυμμένα μυστικά
Πως θα τα μάθουμε μήπως και βγάλουμε κανέναν παρά
Αναρωτήθηκαν τα δέκα εγγόνια και τα τρία του παιδιά

Ινβεστιγκάρανε γεμάτοι επιμονή
Μα οι μέρες πέρναγαν χωρίς να γίνεται δουλειά
Εν τέλει θάφτηκε σε εκείνες τις Ιτιές
Και αφού επείσθησαν τα τρία του παιδιά
Τον Μαρκ αφήσαν μόνο του, τάφο και σπίτι να φυλά

Φόνος να έγινε ή μήπως θάνατος από αίτια φυσικά
Ό,τι και αν ήτανε
Του Γέρο Πάτρικ τα κρυμμένα μυστικά
Ο Μαρκ ο πόλιτσμαν μάλλον κατάφερε να μάθει μια χαρά
Και άφησε εκτός του Πάτρικ τα εγγόνια και τα τρία του παιδιά

Παρασκευή 29 Ιουνίου 2018

Παρασκευούλα ζάχαρη...

Sugar Little Friday


Παρασκευούλα ζάχαρη, Παρασκευούλα μέλι
Εμένα το κορίτσι μου, εμένα μόνο θέλει

Παρασκευούλα έφτασε, Παρασκευούλα βράδυ
Απόψε θα μεθύσουμε μονάχα με ένα χάδι

Κοίτα εσύ τη θάλασσα, να βλέπω εγώ τα αστέρια
Ωσότου ανταμώσουνε ξανά τα δυο μας χέρια

Τέλειωσε η βδομάδα μας, τελειώνει και ο μήνας
Από Δευτέρα ξεκινά, η δίαιτα της πείνας


Δευτέρα 9 Απριλίου 2018

Πρωί Παρασκευής...

Wake Up

Αυτές τις πρώτες κρύες μέρες του χειμώνα με την Μόρα να στοιχειώνει τα όνειρά μου ξύπνησα σήμερα προσπαθώντας να σηκωθώ μετά από έναν μακρόσυρτο ύπνο. Άνοιξα δειλά τα μάτια μου… σκοτάδι, σιωπή νεκρική! Αβίαστα επιχείρησα να σηκωθώ από το κρεβάτι μα η ματαιότητα του εγχειρήματος έγινε γρήγορα αντιληπτή. “Κουρνιασμένα” στα πόδια μου κουβέρτα και σεντόνι σαν Ηφαίστεια δεσμά, αιχμάλωτο κρατούσαν το αδύναμο να αντισταθεί κορμί μου. Ανακτώντας σιγά σιγά τις αισθήσεις μου κατάφερα να τραβήξω από το ζωνάρι μου το ξόρκι “Είναι Παρασκευή σήμερα” και κατακλύζοντας το δωμάτιο με αύρα “Τέλος βδομάδας” έσπασα τα δεσμά της κουβέρτας. Έχοντας πλέον μονάχα το σεντόνι να αντιμετωπίσω η νίκη από την πρώτη κιόλας μάχη φάνταζε αν μην τι άλλο κοντινή. Αυταπάτη. 

Στη δεύτερη απόπειρα να σηκωθώ αντιλήφθηκα πλέον ότι ο πόλεμος έμελλε να είναι ακόμα μακρύς. Το σεντόνι άλλοτε δημιουργούσε μέγγενη με το στρώμα συνθλίβοντας βασανιστικά κάθε μου προσπάθεια να σταθώ στα πόδια μου και άλλοτε μεταμορφωμένο σε γιγάντιο καλαμάρι σφιχτά με κρατούσε τροφή του μεγαλύτερου εφιάλτη μου, του “Θαργήσωστηδουλειά”. Ανελέητα χτυπήματα εκατέρωθεν. Μια με το δεξί και μια με το αριστερό χέρι και πότε με τα δυο μαζί, αδύνατο. Σαν σαΐτα ξέφευγε και σαν πύθωνας επέστρεφε τυλίγοντας κάθε σπιθαμή αντίστασης. 

Περνάμε πλέον στην φάση τρία, στην κρισιμότερη στροφή του αγώνα. Τα σαλπίσματα από το ξυπνητήρι τσακίζουν ηθικό και το μαγικό φίλτρο του καφέ βρίσκεται βασανιστικά μόλις δέκα βήματα παραπέρα. Τα πάντα πλέον λειτουργούν κατασταλτικά. Περιμένοντας ένα θαύμα να συμβεί χωρίς πολλές ελπίδες πια να απομένουν… ηλεκτροσόκ! Στα μετόπισθεν του κρεβατιού υπήρξε ρήγμα και το ένα πόδι στην αναμπουμπούλα της μάχης ξεπρόβαλε λυτρωτικά. Σαν αλεξικέραυνο μάζεψε την κρύα ενέργεια του δωματίου διοχετεύοντας την σε όλο μου το σώμα. Με μια και μόνο κίνηση σεντόνι και κουβέρτα σωριάστηκαν κατάχαμα. Αυτό ήταν, μάζεψα όλο μου το κουράγιο, αποτίναξα την πρωινή τυραννία του χουζουρέματος και χωρίς να το πολυσκεφτώ έκανα να συρθώ προς τον διπλό ελληνικό για να επουλώσω τις πληγές μου. 

Μα ο ρους της ιστορίας αλλάζει συνήθως από τις λεπτομέρειες. Θεωρώντας πλέον την νίκη σίγουρη σαν μέγας κατακτητής έκανα να ρίξω μια ματιά στο πεδίο της μάχης. Λάθος, Βατερλό! Το μαξιλάρι ήταν ακόμα εκεί ποτισμένο από της Μέδουσας τα μάγια. Μια ματιά και πέτρωσα…

… ναι κύριε διευθυντά, θα αργήσω λίγο, έχει κίνηση στο δρόμο! 

Καλημέρα!


Κυριακή 1 Απριλίου 2018

636 fb likes - Thanks

636 fb likes


Ένα βίντεο για τα 636 likes του Stranger στο facebook.

Βρείτε τις αναρτήσεις του blog και στην σελίδα του facebook https://www.facebook.com/astrangersthoughts/

Δείτε επίσης τα βίντεο από τις "συρραπτοχειροτεχνίες" στο κανάλι του youtube https://www.youtube.com/channel/UCGWZfCpeoq0w8XpH6I0vasw?view_as=subscriber



Κυριακή 18 Μαρτίου 2018

Μια οκά σκέψεις!

A Strangers Thoughts

Μια οκά σκέψεις
Πόσο πάει
Τετρακόσιες λέξεις
Με το μάτι
Περίπου
Τι θα κοστίσουν
Να πω αυτό που νιώθω

Μπαλκόνι έντυσα με αρώματα
Τη θέα να μασκαρέψω
Γκρίζο στο γκρίζο όσο μπορεί
Το μάτι μόνο βλέπει

Ευχή έκαμα
Τριακόσια εξήντα πέντε φύλλα
Και ένα παραπάνω στα δίσεκτα
Να μου χαρίζει η μέντα
Που κάθε απόγευμα ποτίζω

Ένα να κόβω κάθε βράδυ
Να βάζω για προσκέφαλο
Μήπως μυρίσουν τα όνειρα
Κανά δράμι αισιοδοξίας

Αλλάξαμε μορφή
Σε κάποιο κομοδίνο
Μέρες Μαραμένες
Καθώς το στόμα κλείνω
Κάθε πρωί
Τα μάτια που ανοίγω

Και η καρδιά και αυτή κλειστή

Πώς να αλλάξεις τον κόσμο όταν σιωπάς
Πώς, αφού σε πείσανε ξανά να σκύψεις το κεφάλι
Σε κάθε βήμα σου συγγνώμη να ζητάς
Λες και είν’ ουτοπικό ζωής γεύση να νιώσεις άλλη

Ένα, Δυο βασιλικούς πιο πέρα φύτεψα
Να με μεθούν για να ξεχνώ
Και σαν τα δάχτυλα περνώ
Να αρπάζω τη ψυχή τους

Μήπως και σώσω τη δική μου

Μα όσο η ζωή μένει βουβή
Δε θα σωθεί καμιά στιγμή
Όσο τις λέξεις μου κρατώ
Δεν έχω λόγο να σωθώ

Ένα όμως βράδυ πνιγερό
Δεν άγγιξα βασιλικό
Μέντα ξανά δεν έκοψα
Και όνειρα δε γύρεψα

Μόνο ξεκίνησα αυτό που νιώθω να μιλώ

Ώσπου, το στόμα έμεινε στεγνό
Από όλα όσα είχα για να πω
Τα φύλλα έπαψα πια να τα μετρώ
Στο προσκεφάλι μου να τα ακουμπώ

Σε κάθε λέξη που άρθρωσα
Σε κάθε σκέψη που όρθωσα
Βρήκα καντάρια λόγους για να ζω
Και σε όσα νιώθει η καρδιά
Σαν να ‘μουνα παιδί
Ξανά να αφεθώ

Τρίτη 13 Μαρτίου 2018

Η μοναξιά δεν είν' καρκίνος


Lonliness is not a cancer

Σε ταξίδι δίχως προορισμό ξύπνησες 
Συνοδοιπόροι άγνωστοι μα πρόσωπα οικεία 
Σε Λιμάνια που ξεθώριαζαν, ψίχουλα πετούσες
Κομμάτια πάσχιζες να ενώσεις, να θυμάσαι 

Τρύπια πανιά άπλωσαν για να σε κρύψουν 
Από της μοναξιάς τα δόντια 
Μην και σε κάψει, καρκίνο τη ψυχή να μη γεμίσει
Καλπάζοντας, όλα όσα ένιωσες μην και σκοτώσει 

Και όταν τα πρόσωπα σταμάτησαν απλώς να είναι οικεία
Και όταν τραπέζι έστρωσες, λίγη ζωή να μοιραστείς 
Τα φώτα στον ορίζοντα στο δάχτυλο καρφώσαν
«Ποτέ δε θα τα φτάσεις» 

Το βλέμμα κόντινε
Πρώτη φορά που είδες τα βράχια, ψηλάφισες γκρεμό
Και θάλασσα ανταριασμένη σου έπλενε τα πόδια
Δεν ήταν πίστης πλάσμα 

Ψυχές καταδικασμένες ήσαν που πάσχιζαν να βγουν στην ξέρα
Πρόθυμες εσένα να τραβήξουν 
Ψυχές του Άδη αμαρτίες φορτωμένες 
Και αυτές οικείες, γνωστές και αυτές

Στο τέλος τρόμαξες
Όχι από φόβο   
Μόνο γιατί 
Δεν ήξερες τι ένιωσες 
Όταν αντίκρισες
Σε μια σανίδα καρφωμένα
Τα παιδικά σου χρόνια 

Η μοναξιά δεν ειν’ καρκίνος

Κυριακή 4 Μαρτίου 2018

Υπάρχουν κάποιες στιγμές...

There is moments

Υπάρχουν κάποιες στιγμές που ξέρεις ότι έχεις κολλήσει στο παρελθόν και είναι και εκείνες που συνειδητά προχωράς στη ζωή σου. Όλοι λίγο πολύ έχουμε βιώσει παρόμοιες καταστάσεις.

Άλλοτε δέσμιοι συναισθημάτων, αναμνήσεων ή ακόμα και της συνήθειας αδυνατούμε και πολλές φορές αρνούμαστε να πάμε παραπέρα στη ζωή μας. Και  άλλοτε με φόρα το πρωί βγαίνουμε από το σπίτι κυνηγώντας την επόμενη έντονη εμπειρία, την επόμενη συγκίνηση.

Υπάρχουν όμως και εκείνες οι στιγμές που μάλλον δυσκολευόμαστε να τις κατατάξουμε σε μια από τις παραπάνω περιπτώσεις. Δεν ξέρω πως ακριβώς μπορώ να περιγράψω αυτή τη κατάσταση αλλά σίγουρα υπάρχει μια αίσθηση ουδετερότητας, μια εκκωφαντική ησυχία, ένα τραμπάλισμα μεταξύ σιγουριάς και αβεβαιότητας.

Σίγουρος για το ότι τέλειωσες με τα παλιά και αβέβαιος για το τι ζητάς από εδώ και πέρα. Αβέβαιος για αυτά που συνεχίζεις να νιώθεις και σίγουρος για το τι θέλεις να νιώσεις.

Χαρούμενος που σταμάτησες να κλαις μα σκεπτικός γιατί πια δεν κλαις εύκολα.

Ωριμάζεις συναισθηματικά θα σου πουν κάποιοι φίλοι, εσωτερική αναζήτηση άλλος θα προτάξει σαν άποψη και πάντα είναι και εκείνοι που απλώς θα σου πούνε να πάτε για ένα ποτό.

Μετά από χρόνια μου φάνηκε παράξενο, λιγάκι “άχρωμο” να μην βρίσκομαι στο ένα ή το άλλο άκρο, στα τάρταρα για μια αγάπη που πέθανε ή στα ουράνια για έναν έρωτα που ανατέλλει.

Λες και χρειαζόμουν σημείο αναφοράς κάποιον άλλο άνθρωπο για να ορίσω τα συναισθήματά μου, για να προσδιορίσω τα θέλω μου, τον τρόπο που ζω. Λες και δε θα ξυπνούσα το πρωί αν μόνος έπεφτα για ύπνο το βράδυ. Σταμάτησε η Γη να γυρίζει μιας που σταμάτησα για άξονα να έχω ένα σύντροφο. Σταμάτησα να αναπνέω.

Για να είμαι ειλικρινής θεωρούσα πάντα ότι ήταν ακατόρθωτο να καταρρίψουμε τον “νόμο της τραμπάλας” που προστάζει ότι θα πρέπει να πέσεις από την μια ή από την άλλη πλευρά. Κάποιος θα σε σηκώσει τη μια στιγμή και την επόμενη θα τον στείλεις εσύ στα σύννεφα με τα χέρια ανοιχτά. Ένας απαράβατος νόμος που μάλλον ισχύει στηριζόμενος σε μια παραδοχή. Ότι κάποιος βρίσκεται στην άλλη άκρη της.

Απλό λοιπόν το συμπέρασμα… ”ας κάνουμε κούνια”…

Απλό λοιπόν το συμπέρασμα. Ας μείνω μόνος. Όχι για λίγο, όχι και για πάντα. Για όσο χρειαστεί. Ίσως έτσι μπορέσω να βρω εκείνο το σημείο που θα ισορροπήσω μεταξύ των συναισθημάτων και των σκέψεων μου. Ίσως τότε και μόνο καταφέρω μέσα από αυτή τη διαδικασία να ισορροπήσω εντέλει μαζί με κάποιον άλλον σε τούτη τη ζωή χωρίς αυτό να είναι αυτοσκοπός, καθαρά προσωπική επιθυμία.

Θεωρούσα κουραστικό να προσπαθώ να αποδείξω στους κοντινούς μου ανθρώπους ότι δεν έγινε και τίποτα να περάσεις λίγο καιρό μόνος. Συνειδητοποίησα όμως ότι κουράστηκα από τους ίδιους μου τους προβληματισμούς. Προσπάθησα να συνηθίσω την μοναξιά μα πλέον μου φαίνεται τόσο λάθος.

Προσπάθησα να φτιάξω μια καθημερινότητα να μη χωράει άτομο άλλο, να μην προλαβαίνει να μπει. Γέμισα τις μέρες μου με ασχολίες, τα Σαββατοκύριακα μου με υποχρεώσεις και τις ώρες μου με σκέψεις. Σήκωσα τείχος. Απρόθυμος να ξεκλέψω λίγο από τον “πολύτιμο” χρόνο μου, όχι για να δώσω ευκαιρίες αλλά για να μου δώσουν ευκαιρίες. Ναι, έκανα πράγματα για τον εαυτό μου, πόσο εγωιστής;

Δικαιολογίες αμέτρητες για να αποφύγω ανθρώπους.

Ζητούσα να λύσω το θέμα της μοναξιάς μου μα τελικά κατάλαβα πως έπρεπε να λύσω τα θέματα που είχα με τον ίδιο μου τον εαυτό. Έψαξα να βρω την ασπίδα εκείνη που με έκανε να νιώθω ατρόμητος σ’ αυτά που θα μου φέρει η ζωή… κάποτε ήμουν αισιόδοξος.

Και ο χρόνος που πέρασε, χάθηκε.

Ξέρω ότι είναι δύσκολο και όλα γύρω μας πολλές μέρες φαντάζουν ανίκητα και το μέλλον θαρρείς πως διαγράφεται ζοφερό μα συγχωράτε με, τον χρόνο μου έχασα και δεν τον παίρνω πίσω αλλά τουλάχιστον λίγη από την αισιοδοξία μου θα προσπαθήσω να την κερδίσω ξανά.

Δεν με πειράζει να πλαγιάζω μόνος μα δεν αντέχω άλλο πια να πέφτω χωρίς να ονειρεύομαι, χωρίς να συλλογιέμαι ότι τον κόσμο καλύτερο θα κάνω αύριο.

Δε θέλω πια να υπάρχουν αυτές οι στιγμές.

Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2018

Το τώρα πες μου για δε ζεις;

Living today

Πως ξεριζώνεις το χθες απ’ τα πνευμόνια
Φουσκώνει στην ανάσα
Σε κάθε αναπνοή σε σκίζει από μέσα

Άγχος γεμάτη 
Τα βραδιά ξυπνάς
Με φόβο παιδικό  
Γυρεύοντας ορμήνια για τα όνειρα σου 
Και ορκίζεσαι εκείνη τη στιγμή πως δεν ένιωσες 
Κάτι
Για εκείνους που προσδοκίες γέννησες
Όταν πατρικά σε φίλησαν
Ελπίδα το τώρα σου γέμισες
Αφού τα μάτια τους έταξαν

Τα μάτια πότε δε λένε ψέματα
Σου έμαθαν
Πορεύτηκες από τότε
Με αυτή σου την κατάρα
Τα ψέματα κατάματα να βλέπεις
Γδέρνοντας τη ψυχή

Πως ξεριζώνεις το χθες απ’ την καρδιά
Σε κάθε χτύπο
Γεμίζει με αναμνήσεις το κορμί σου

Καινούριες γύρεψες
Να πλάσεις
Μονάχη σε ένα θέατρο
Με κάποιον ήρωα να ταυτιστείς
Που τέλος δεν θα ‘χει τραγικό
Μήπως
Τον τρόπο βρεις να σώσεις δυο στιγμές
Λίγη ζωή για αύριο να μαζέψεις
Λες και αν έρθουνε χαρές
Τη μοναξιά θα ξεπεζέψεις

Επανάληψη μάνα της μάθησης
Σου δίδαξαν
Και έραψες κατάσαρκα 
Το ίδιο φουστάνι συνέχεια να φοράς
Στο δικό σου το σανίδι
Να στέκεις βοηθητική

Πως ξεριζώνεις το χθες όταν το αύριο κοιτάς
Σε κάθε σκέψη
Το τώρα πες μου για δε ζεις;

Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018

Για αυτά που δεν ειπώθηκαν ποτέ...


Silence for the untold


Πληγές στο στόμα από λέξεις που εγκλώβισες
Σκέψεις που κράτησες, τη γλώσσα μάτωσες
Και Χείλη δάγκωσες
Για ένα δεν πρέπει

Και το καθώς πρέπει

Που σε προστάζει χρόνια τώρα
Πως να μιλάς και πως να φέρεσαι
Πως να αγαπάς και πως να χαίρεσαι
Πως να πονάς και πως να κρύβεσαι

Αργά κατάλαβες πως είν’ οι άνθρωποι σκληροί
Σε βρίζουν μένοντας βουβοί

Και ας κρύφτηκες, σε κυνηγήσανε
Και με τη σκέψη πως δεν ένιωσες ποτέ
Νύχτα σε βρήκαν στη γωνιά να τρέμεις μόνος
Και αφού γελάσανε, σου το μηνύσανε
Είναι η αλήθεια πως δεν ένιωσες ποτέ
Ποτέ δεν ήταν αρκετός ο πόνος

Και τις δικές σου σκέψεις άλας κάνανε
Και το μυαλό σου τάισαν με αυτές
Και απ’ το μυαλό στο στόμα φτάσανε
Ο πόνος έγινε φρικτός και οι πληγές καυτές

Με όρους πολιτικούς
Απάντηση έπρεπε να δώσεις
Τι είναι ο έρως και τι αγάπη
Και τι κατάφερες να νιώσεις

Το αίμα από τα δόντια έπλυνες
Χαμόγελο σαρκαστικό εφόρεσες
Τις λέξεις διάλεξες
Πρώτη φορά που δε τις ψέλλισες

“Πόλεμο κράτους εννοώ
Όταν για έρω εγώ μιλώ
Κάθε εξουσία θα αρνηθώ
Αρχή λαού το σ’αγαπώ”

Μα πάλι χλεύασαν
Μα πάλι σε έφτυσαν
Ούτε να βρίσεις δε μπορείς
Ούτε να δείξεις τι μισείς

Η γλώσσα κόπηκε
Τα δόντια σπάσανε
Με καλαμάκι σου δώσανε να πιεις
Μα αντί για κώνειο που ζήτησες
Στο ψέμα σ’άφησαν να κοιμηθείς

Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2018

Αγάπες Αυτόχειρες


Suicide Loves


Είν’ το νερό στο κορμί σου που τρέχει
και στα δάχτυλα καταλήγει και χάνεται.
Καθώς φεύγει πληγές σου ανοίγει.

Μη ζητάς και μη ψάχνεις την κάθαρση,
όλα αυτά που εσύ ένιωσες,
όλα πια τώρα στράγγιξαν.
Και πονά να πιστεύεις
από αγάπη πως άδειασες.

Και είναι ο έρωτας που σε λούπα πεθαίνει, ξανά και ξανά.
Και όμως Θλίψη δεν νιώθεις καμιά.

Αγάπες που έπεσαν μόνες, σκανδάλη τραβήξαν και ‘φύγαν.
Αμαρτία εσύ να τις θάψεις.
Είν’ κατάρα να ζούνε στη μέση.
Ανάμνηση όμορφη ποτέ τους δε έγιναν
μα ούτε και σκέψη που θέλεις να χάσεις.

Δείλιασες μια ακόμα φορά.

Μια ακόμα ‘γάπη μισή που εσύ έζησες
με ελπίδα πως με χέρι απαλό, σφιχτά την εκράτησες.
Ούτε τώρα.

Το νερό που σταμάτησε και με ψέμα το κορμί σου το λούζεις.
Πως αγάπησες και ερωτεύτηκες και ήσουν έτοιμος όρκο να δώσεις.
Πάλι σύντομα την αλήθεια σου βρήκες, ένα τίποτα στην καρδιά σου πως είχες.
Και το ψέμα στις πληγές τώρα τρέχει και τη σάρκα βαθιά την ποτίζει.

Κανέναν από ψέμα δε φίλησες, το φαρμάκι για εσένα το κράτησες.
Και η σάρκα σαπίζει και χάνεται,
το νερό μαζί του την παίρνει.
Μα η κάθαρση μην πιστέψεις πως έρχεται.
Η ψυχή σου ποτίστηκε τώρα.

Και μια αγάπη χαμένη κυνήγησες.
Όλα εκείνα που έφτιαξες μήπως πίσω γυρίσει,
μαυσωλείο εντέλει τα έκανες
και εκεί μέσα την έκλεισες,
γιατί αλλιώς μια αγάπη νεκρή θα μυρίσει.

Πριν το αίμα προλάβει να φύγει απ’ τα χέρια σου, μες τη νύχτα και πάλι ξεχύθηκες.
Το νερό και το ψέμα δε στέγνωσε μα για αγάπη καινούρια ευχήθηκες.

Και ορκίστηκες πως η κούραση σε έχει πλέον καθηλώσει,
πως τα όνειρα έχεις σκοτώσει.
Δεν θα ‘ρθουν πια στιγμές δυνατές,
όλα αυτά που πονούσαν στο χθες
σε έχουν πλέον τώρα πεισμώσει.

Και το πείσμα το εγώ σου μεγάλωσε και η ψυχή σου ποτίστηκε πάλι.

Μια ψυχή βουτηγμένη στο εγώ και στο ψέμα.

Είναι μέρες που ξέρεις τι νιώθεις μα πάντα μονάχος τις ζεις.
Είναι όμως τα βράδια που νιώθεις πως δεν έχεις πια λόγο να ζεις.

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2018

Μια Καλησπέρα και ένα Φιλί...


Good Evening and a kiss


“Έλα κοντά μου να σου δώκω ένα φιλί.”

Ένα φιλί και ένα φίλεμα από τη γιαγιά σου που ποτέ δε γύρεψε ανταπόδοση.

Έτσι είναι οι γιαγιάδες, της μάνας σου η μάνα, 2 φορές μητέρα. Και το φιλί της, χίλια άλλα!

Λουκουμάδες, γαλακτομπούρεκο, μουσακάς και γεμιστά με σταφίδα και κουκουνάρι.
Χαρτζιλίκι στα κάλαντα. Καραμέλες κρυφά από τη μητέρα σου και παραμύθια να κοιμηθείς. Γιατροσόφια από το χωριό και μια μόνιμη αγκαλιά ασπίδα στο μάλωμα του πατέρα. Ένα χάδι στα μαλλιά και το φιλί.

Χίλια άλλα φιλιά το φιλί της και χίλιες εικόνες και αναμνήσεις. Χίλια ευχαριστώ να πεις δεν είναι αρκετά μα για εκείνη όλα περιττά.

Για εκείνη το ευχαριστώ, το δικό της γιατρικό είναι η χαρά σου. Να σε βλέπει μονάχα να χαμογελάς. Και έτσι καταλαβαίνεις γιατί ποτέ δε σε μάλωσε. Η μόνης της «τιμωρία» εκείνες οι σύντομες κοφτερές ματιές με τα χέρια στη μέση και αν αχ. Ήξερες όμως ότι μόλις με νάζι στην ποδιά της, που μύριζε καφέ και θυμάρι, τυλιχτείς το λιγότερο που θα εισέπραττες θα ήταν μια φέτα με βούτυρο Κερκύρας και ζάχαρη ή έστω ένα ζεστό ρυζόγαλο με μπόλικη κανέλα!

Και πέρασαν χρόνια αρκετά και χόρτασες από κούφια φιλιά και άδειες αγκαλιές από ανθρώπους περαστικούς.

Και πέρασαν τόσα άλλα και συνάντησες κορίτσια και αγόρια, άντρες και γυναίκες που αντί για φιλιά, φιλί σου είχαν φυλαγμένο. Ένα μονάχα.

Και στην αρχή δεν το κατάλαβες, ξένο σου φάνηκε. Στο τέλος ενός μηνύματος ένα φιλί, στο τηλέφωνο για καληνύχτα πάλι ένα, μόνο του! Και για φτωχό το κατηγόρησες αφού στον πληθυντικό είχες πια συνηθίσει. Ένας πληθυντικός χωρίς περιεχόμενο όμως.

Η Τατιάνα και η Όλγα, Φιλί!

Πήρε καιρό να κάνεις τη σύνδεση. Όχι πως κρατούσαν όλοι τους γλυκό να σε τρατάρουν μα με ένα φιλί πόσα είχαν πραγματικά να σου δώσουν. Μια μόνο αγκαλιά σφιχτή να σου θυμίσει ότι καταφύγιο μπορείς να βρεις σε δυο χέρια μέσα.

Και από ένα φιλί σε μια καλησπέρα.

“Κάπου στα πενήντα ο συμβιβασμός με τον θάνατο αρχίζει πια και σβήνει αργά αλλά σταθερά το φόβο. Και ενώ φοβάσαι λιγότερο το θάνατο όλα τα άλλα αρχίζουν να σε φοβίζουν περισσότερο.” … μου είπε μια μέρα ο Κύριος Τάσος.

Είναι εύκολο να προσπερνάς τους ανθρώπους. Απλώς κατεβάζεις το βλέμμα, επιταχύνεις το βήμα σου και περνάς δίπλα τους κρατώντας την ανάσα σου ελπίζοντας πως δε θα σου μιλήσουν και αναγκαστείς να ανταποδώσεις.

Αν όμως σταθείς έστω για μια στιγμή, για μια καλησπέρα, οι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να μοιραστούν μαζί σου. Να μοιραστούν σκέψεις που μόνο στον εαυτό τους είχαν το θάρρος να εκφράσουν.

Μπορεί από ευγένεια να σταματήσεις την πρώτη φορά ή από μια απλή αίσθηση συμπόνιας αλλά γρήγορα θα καταλάβεις ότι έχεις πολλά περισσότερα να πάρεις σε σχέση με την καλησπέρα που θα δώσεις.

Και αν οι μεγαλύτεροι φοβούνται όλα όσα γύρω τους συμβαίνουν, μιας που δεν μπορούν πια να τα κατανοήσουν, νιώθεις πως οι νεότεροι φοβούνται τους ίδιους τους ανθρώπους και αυτά που έχουν να τους πουν.

Ίσως ποτέ να μη ξεπεράσουμε τους φόβους μας αλλά πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι γύρω μας να μας θυμίζουν ότι η ζωή δεν είναι μόνο μαύρο. Πάντα θα υπάρχουν εκείνοι που θα θέλουν να μας βλέπουν χαμογελαστούς…

… με μια καλησπέρα, μια αγκαλιά και ένα φιλί.

ΥΓ: Σε μια ζωή που ήρθε, στις γιαγιάδες μου και στον Κύριο Τάσο με την καλησπέρα του.

Σάββατο 10 Φεβρουαρίου 2018

Αιτία ή Αφορμή;

Cause or occasion

Συνάντησα ένα φίλο προχθές από τα φοιτητικά μου χρόνια. Είναι από εκείνους τους φίλους που μπορεί να κάνεις χρόνια να τους δεις αλλά σαν ξαναβρεθείτε ξεκινάς τη συζήτηση από το ίδιο ακριβώς σημείο που είχες σταματήσει την τελευταία φορά. Καμία παρεξήγηση αν δεν τον πήρα όλα αυτά τα χρόνια να του ευχηθώ στα γενέθλιά του, καμία κακία αν δεν με πήρε να δει απλώς τι κάνω.

Γνωριστήκαμε στα είκοσι περίπου και δεθήκαμε, όπως είναι σύνηθες σε αυτές τις ηλικίες, εν μέσω μιας έντονης ερωτικής του περιπέτειας. Και ναι είναι η ζωή που κύκλους κάνει και η μοίρα η αναπόφευκτη που ανταμώσαμε ξανά. Που ανταμώσαμε για να μου πει την ίδια ιστορία που μας ένωσε, με άλλους πρωταγωνιστές όμως. Στο ίδιο έργο θεατές λοιπόν.

Δεν είναι όμως ούτε η ιστορία καθεαυτή που “έβλεπα” να ξεδιπλώνεται μπροστά μου σαν έργο εκ νέου σκηνοθετημένο αλλά ούτε και οι πρωταγωνιστές της που με ξάφνιασαν τόσο όσο ένα ερώτημα που τέθηκε όπως τότε έτσι και τώρα. Ένα ερώτημα σαν άσκηση μαθηματικών, σαν τελευταίο θέμα εξετάσεων.

«Σύμφωνα με το Εξίσωση των Τριών όπου στους Ψ και Ω ενδιάμεσα ξάφνου εμφανίζεται ο άγνωστος Χ και γνωρίζοντας ότι το αποτέλεσμα της εξίσωσης είναι η διαίρεση του Ψ και του Ω παρακαλούμε όπως αποδείξετε αν ο άγνωστος Χ ήταν η αιτία ή η αφορμή. Αιτία ή αφορμή της διαίρεσης, του χωρισμού του Ψ με τον Ω.»

Στα είκοσι είχε το θράσος να απευθύνει ο ίδιος το ερώτημα περιμένοντας την απάντηση που θα τον έχρηζε κατακτητή, που θα ανέβαζε το εγώ του και θα του χάριζε ένα αυτάρεσκο χαμόγελο. Και πήρε όντως την απάντηση που γύρευε, ήταν η αιτία της διαίρεσης του Ψ και του Ω. Άσχετα αν υπήρχε έρωτας, συναίσθημα, αθωότητα και διόλου δόλος. Δεν ήταν όντως αυτοσκοπός του η διαίρεση αλλά το αποτέλεσμα ήταν αυτό. Ένα μήνα μετά ο κατακτητής έχασε το χαμόγελό του και έμαθε με το δύσκολο τρόπο πως όσο γρήγορα ανεβάζεις το εγώ σου σε πολλαπλάσια ταχύτητα γίνεται κομμάτια.

Στο τώρα, βρέθηκε ξανά να είναι ο άγνωστος Χ μα αυτή τη φορά το ερώτημα τέθηκε από την άλλη πλευρά και ευτυχώς για την καθαρότητα της συνείδησής του σε πολύ πρώιμο στάδιο του προβλήματος. Ένα πρόβλημα που ζητούσε λύση πριν καν προκύψει.

«Σε περίπτωση που υπάρξει διαίρεση ο Χ θα είναι αιτία ή αφορμή;»

Και ήταν εκείνη η στιγμή της συζήτησης που σκέφτηκα ότι ο μπαγάσας βρήκε την απάντηση, βρήκε τρόπο να τεκμηριώσει τη μια ή την άλλη λύση. Για άλλη μια φορά όμως ξαφνιάστηκα.

Για εκείνον τα πράγματα πλέον ήταν ξεκάθαρα. Ο ίδιος δεν ήθελε να είναι ούτε αιτία ούτε αφορμή, δεν ήθελε να πάρει κανέναν από τους δύο ρόλους. Ήταν προφανές στη δική του σκέψη ότι αν κάποιος θέλει να βγει από μια σχέση ακούγεται το λιγότερο ως δικαιολογία να ψάχνει εξιλαστήριο θύμα ή κάποιον να του φορτώσει τυχόν ενοχές, να ψάχνει μια αφορμή. Δέχεται ότι δεν μπορούν όλοι να αποφασίζουν επιλέγοντας μαύρο ή άσπρο, όλα ή τίποτα αλλά ο ίδιος έδειχνε χαρούμενος με την επιλογή του να σταματήσει να μπλέκει σε τέτοια αδιέξοδα. Καμία διάθεση να γίνεται η αιτία, διαιρέτης. Σκληρό αλλά δεν ήταν πια διαθέσιμος για ανθρώπους που έχουν «εκκρεμότητες».

Μόνο που δεν έμεινε στην απόρριψη των δύο ρόλων. Ξέροντας ότι ακόμα και αν καταφέρεις να παραμείνεις ο ίδιος στην εξίσωση μετά την διαίρεση το πιθανότερο είναι να αποτελέσεις μια ενδιάμεση κατάσταση. Γιατί τελικά ο καθένας μας αυτό που αναζητεί δεν είναι να αποτελεί μέρος μια εξίσωσης, να εξαρτάται από κάποιον άλλο παράγοντα. Όλοι μας έχουμε ανάγκη να αυτοπροσδιοριζόμαστε, όχι να μας ορίζει μια συνθήκη ή ένας άγνωστος Χ. Όταν νιώσεις δυνατός και μπορείς να σταθείς χωρίς συν ή πλην και το ίσον είσαι εσύ ο ίδιος, τότε μόνο θα μπορείς να πας πιο πέρα. Εκεί που το ίσον θα είναι ο σύντροφός σου, χωρίς καμία άλλη συνθήκη.

Σε μια εξίσωση υπάρχουν κανόνες, πρέπει και ένα αποτέλεσμα συγκεκριμένο. Στη ζωή του αυτά τα πρέπει δεν είχαν χώρο πλέον, το αποτέλεσμα κάθε μέρας που περνά είναι διαφορετικό και εκεί κρύβεται η μαγεία. Και στο τέλος ο εγωισμός που του έμεινε, εκείνος που επέβαλε να μη δέχεται συμβιβασμό, πρόσταζε να είναι αιτία και αφορμή για όλα όσα συμβαίνουν στο σύντροφό του, και το αντίστροφο.

Αιτία για το χαμόγελό του. Αφορμή για μια εκδρομή.

Αφορμή να λέει το σ’ αγαπώ. Αιτία να αγαπά!

Δημοφιλή

Μια σκέψη έντονη...

Συγνώμη και Ευχαριστώ!

Νομοτελειακά όσο μεγαλώνεις δυσκολεύεσαι να αλλάξεις νοοτροπία στο πως αντιμετωπίζεις μικρές και μεγάλες καταστάσεις στη ζωή. ...